
Ένα σύγχρονο δημοτικό τραγούδι γεννημένο μέσα από τη μνήμη, την ποίηση και την παράδοση του Ξηρομέρου συγκίνησε κοινό και συντελεστές στην πρόσφατη παρουσίαση της ποιητικής συλλογής «Συναισθηματική Νοημοσύνη» του δημοσιογράφου και ποιητή Φώτη Καρύδα, στον πολιτιστικό χώρο «Ελληνικός Κόσμος».
Ο Φώτης Καρύδας, με καταγωγή από την Κατούνα, χτίζει τους στίχους του με ονόματα και εικόνες από τον Μπούμιστο, τον Αϊτό, τον Μύτικα, την Καντήλα, τον Πέρσεβο. Δεν πρόκειται απλώς για τοπωνύμια, αλλά για τόπους συναισθηματικής πατρίδας και βιώματος, αποτυπωμένους με λυρισμό και αυθεντικότητα.
Την παρουσίαση της συλλογής έκανε η δημοσιογράφος Μάγδα Τσέγκου, σε μία εκδήλωση που συγκέντρωσε το ενδιαφέρον πλήθους κόσμου από τον πνευματικό, καλλιτεχνικό και δημοσιογραφικό χώρο. Ξεχωριστή στιγμή αποτέλεσε η απαγγελία ποιημάτων από σπουδαίες προσωπικότητες:
- Μελίνα Ασλανίδου, τραγουδίστρια
- Ερωτόκριτος Κιμνιονής, συγγραφέας και σχεδιαστής μόδας
- Ζήνα Κουτσελίνη, παρουσιάστρια
- Κωνσταντίνος Γιαννόπουλος, πρόεδρος του «Χαμόγελου του Παιδιού»
- Στέλιος Κρητικός, ηθοποιός
- Πάνος Σόμπολος, ο εμβληματικός δημοσιογράφος και Ξηρομερίτης, ο οποίος απήγγειλε δύο ποιήματα με ιδιαίτερη συγκίνηση
Στην εκδήλωση παρευρέθηκε και η δημοσιογράφος Νάνση Τάση, με καταγωγή επίσης από την Κανδήλα, τιμώντας με την παρουσία της την ποιητική βραδιά.
Το τραγούδι «Το Μαύρο Έλατο», μέσα από τη μελοποίηση και την απαγγελία, έδωσε νέα πνοή στην ελληνική λόγια ποίηση, συναντώντας την προφορική παράδοση με τρόπο που μόνο η τέχνη μπορεί να γεφυρώσει.
ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΕΛΑΤΟ
Ποίηση: Φώτης Καρύδας
Από την ποιητική συλλογή «Συναισθηματική Νοημοσύνη»
Στου Μπούμιστου τα δάση τα ψηλά,
που η μαύρη ελάτη στέκει μοναχή,
εκεί έλαμψε σαν ήλιος μια μορφή
με μάτια φωτεινά σαν την αυγή.
Την είδα στην Κατούνα μια φορά
και στον Αϊτό μού πήρε την καρδιά.
Στου Μύτικα τον δρόμο τη ζητώ
και στην Καντήλα το όνομά της τραγουδώ.
Μαύρο μου έλατο που στέκεσαι ψηλά,
δώσ’ μου σημάδι απ’ τα μαύρα της μαλλιά.
Μες στ’ άγρια τα όρη να τη βρω,
στους βράχους και τα δάση που γυρνώ.
Στον Πέρσεβο την είδα μια αυγή
χορό να στήνει μέσα στη βροχή.
Μου ’ριξε βλέμμα τρυφερό, ζεστό
κι από την ώρα εκείνη φτερουγώ.
Την είπαν Μαύρο Έλατο οι φωνές,
για τα μαλλιά τα μαύρα τα βαριά,
μα εγώ την είπα Φως μου Λαμπερό,
γιατί έλαμπε η ψυχή της σαν χρυσό.
ΑΛΛ’ έφυγε σαν όνειρο μακριά,
σαν φως που χάνεται σε δάση σκοτεινά.
Κι εγώ στη μνήμη την εικόνα της κρατώ,
τα μαύρα μάτια που για πάντα θ’ αγαπώ!